mtcw


Ο Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων κ. Τάσος Μητσόπουλος παρευρέθηκε στις εκδηλώσεις του Ναυτικού Ομίλου Αμμοχώστου εις μνήμην του Αντιπρόεδρου του Ομίλου και ήρωα Διοικητή Ναυτικού κατά την έκρηξη στο Μαρί, Αρχιπλοίαρχου Ανδρέα Ιωαννίδη.

Σε χαιρετισμό που απηύθυνε ο κ. Μητσόπουλος στην εκδήλωση ανέφερε:

«Θα ήθελα αγαπητοί μου φίλοι να σας ζητήσω εκ των προτέρων να με συγχωρήσετε. Μπρος στην αδυσώπητη ένταση της μνήμης αλλά και τον καταιγισμό των αντιφατικών συναισθημάτων, μου είναι αλήθεια δύσκολο να χωρέσω σε λέξεις τα όσα ετούτη την ώρα σαν χείμαρρος με κατακλύζουν. Αισθήματα περηφάνιας και ψυχικής ανάτασης από τη μια σαν προσμετρήσω το μέγεθος της αυταπάρνησης και της θυσίας του Αρχιπλοίαρχου Ανδρέα Ιωαννίδη. Και αισθήματα οδύνης, οργής και αγανάκτησης από την άλλη, σαν συλλογιστώ την εγκληματική ολιγωρία και την ασυγχώρητη ανευθυνότητα που επέδειξε αυτό το κράτος διά των άβουλων εκπροσώπων του. Υποκλίνομαι με ανυπόκριτο σεβασμό στη μνήμη του Ανδρέα Ιωαννίδη και στη μνήμη των άλλων παλικαριών και ζητώ συγνώμη για όλα εκείνα που οφείλαμε ως Πολιτεία να πράξουμε και δεν πράξαμε.

Βρισκόμαστε σήμερα εδώ στη φορτισμένη και σεμνή αυτή τελετή, για να τιμήσουμε τη μνήμη του ήρωα που συνέδεσε την ύπαρξή του αλλά και την ουσία της ζωής του με την ανυπέρβλητη αγάπη του για την πατρίδα και τη θάλασσα. Μια αγάπη πλατιά κι απέραντη που έντυνε με βελούδο την ψυχή του και που θα κρατά πάντα ανεξίτηλη τη θύμησή του.

Ο Αρχιπλοίαρχος Ανδρέας Ιωαννίδης, θαρρείς γεννημένος για τη θάλασσα, με ενθουσιασμό και έτοιμος να τιθασεύσει τα κύματά της, εισήχθη στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1977 και αποφοίτησε ως Μάχιμος Αξιωματικός με τον βαθμό του Σημαιοφόρου το 1981. Υπηρέτησε με επαγγελματισμό, αφοσίωση και αυταπάρνηση για 30 ολόκληρα χρόνια στην Εθνική Φρουρά και το Ναυτικό. Με αστείρευτη δίψα για μάθηση και πρόοδο, με πλούσια εκπαίδευση και όραμα για την αποστολή του κατάφερε να είναι ο πρώτος Κύπριος Διοικητής του Ναυτικού. Με πλειάδα διακρίσεων κατάφερε να ανελιχθεί στον βαθμό του Πλοιάρχου, για να του αποδοθεί μεταθανάτια ο βαθμός του Αρχιπλοίαρχου. Ο Ανδρέας Ιωαννίδης κι αυτό όλοι το γνωρίζουν, έθεσε ουσιαστικά τα θεμέλια για τη μετεξέλιξη του Κυπριακού Ναυτικού στα πρότυπα του ελληνικού.

Γεννημένος στο Ριζοκάρπασο συνδέθηκε από νωρίς με το υγρό στοιχείο. Η ανυπέρβλητη αγάπη του για τον τόπο και τη θάλασσα διοχετεύτηκε σύντομα και μέσα από την ένταξή του στον Ναυτικό Όμιλο Αμμοχώστου, που προσωρινά εδρεύει στην πόλη της Λεμεσού. Όντας εξεταστής ταχυπλόων σκαφών, με ομόφωνη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, αναγορεύθηκε Επίτιμο Μέλος του Ομίλου. Από τη θέση του Εφόρου Ιστιοπλοΐας, ανελίχτηκε μέχρι τη θέση του Αντιπροέδρου. Ο Αρχιπλοίαρχος Ιωαννίδης υπηρέτησε τον Όμιλο με ζήλο, μεράκι και ενθουσιασμό για 11 ολόκληρα χρόνια, στη διάρκεια των οποίων κατάφερε να καταξιωθεί με τη δράση και με την αγάπη του για τη θάλασσα αλλά κυρίως με το ήθος του και με την ανιδιοτελή προσφορά του στην πρόοδο και εξέλιξη του Ομίλου.

Και οφείλω στο σημείο αυτό να σημειώσω πως ο Ναυτικός Όμιλος Αμμοχώστου έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη των θαλάσσιων αθλημάτων στην Κύπρο ενώ αναδείχθηκε συνάμα και μέσα από την πλούσια και πολυδιάστατη εθνική και κοινωνική του προσφορά.

Μακριά από τη θαλασσοφίλητη πόλη του Ευαγόρα, ο Ναυτικός Όμιλος Αμμοχώστου εξακολουθεί, παρά το βαρύ πλήγμα της προσφυγιάς, να πρωτοστατεί σε όλα τα θαλάσσια αθλήματα δημιουργώντας υψηλά επίπεδα άμιλλας, συναγωνισμού και επιδόσεων προάγοντας το ολυμπιακό ιδεώδες του «ευ αγωνίζεσθαι». Βρισκόταν στην ψηλότερη θέση της βαθμολογίας για πολλά και συνεχόμενα χρόνια με κορυφαία επιτυχία τη συνεχή κατάκτηση του Παγκύπριου Πρωταθλήματος κολύμβησης τα τελευταία 12 έτη.

Γι’ αυτό και έντονα νιώθω την ανάγκη να συγχαρώ τον Πρόεδρο, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και τους αναρίθμητους φίλους του Ομίλου όχι μόνο για την αξιομνημόνευτη προσφορά τους στην υπόθεση του κυπριακού ναυταθλητισμού αλλά και για τη γενναία απόφασή τους να τιμήσουν μετά τον θάνατο και καθώς πρέπει ένα διακεκριμένο στέλεχος του Ομίλου. Τον ήρωα Αρχιπλοίαρχο Ανδρέα Ιωαννίδη.

Ο Ανδρέας Ιωαννίδης, όπως και τ’ άλλα παλικάρια στο Μαρί, δεν ήταν ούτε υπεράνθρωποι ούτε ημίθεοι. Ήταν απλοί άνθρωποι της καθημερινότητας που ευτύχησαν ωστόσο να πάρουν από το σπίτι τους αρχές, ιδανικά και αγωγή. Κι έτσι σαν ήρθε η ώρα εκείνη να αναμετρηθούν με τις ευθύνες τους, δεν λιποτάχτησαν, δεν δείλιασαν, δεν ύψωσαν λευκό πανί. Δεν κρύφτηκαν πίσω από προσχήματα και δικαιολογίες. Δεν τράπηκαν σε φυγή και δεν κήρυξαν εαυτούς «ανεύθυνους» όπως τόσοι άλλοι το συνηθίζουν στις μέρες μας. Έφυγε ο Ανδρέας Ιωαννίδης και οι συν αυτώ αναιρεθέντες, περήφανος, σαν ωραίος και απροσκύνητος Έλληνας. Σ’ αυτόν αρμόζει ο στίχος του ποιητή:

Τιμή σ' εκείνους όπου στην ζωή των

όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.

Ποτέ από το χρέος μη κινούντες

Και περισσότερη τιμή τους πρέπει

όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)

πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,

κ' οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε.

Ότι κι αν σήμερα πούμε θα ’ναι λίγο μπροστά στο ανυπέρβλητο μέγεθος μιας ασύλληπτης σε αλτρουισμό θυσίας. Μιας θυσίας που δεν παραπέμπει σε πολεμικές συγκρούσεις, επαναστάσεις και απελευθερωτικούς αγώνες. Μιας θυσίας σε καιρό ειρήνης που γι’ αυτό φαντάζει στον νου μας πιο άδικη και σκληρή.

Όσο οι μνήμες για τα τραγικά γεγονότα στο Μαρί ξεδιπλώνονται, τόσο πιο ευδιάκριτα προκύπτουν οι ευθύνες. Ευθύνες πολιτικές, ποινικές, διοικητικές και πειθαρχικές. Ευθύνες που ξεκινούν από την κορυφή της πολιτειακής πυραμίδας και διαχέονταν σε όλο το εύρος μιας διοίκησης που αποδείχτηκε τραγικά ανεύθυνη και κατώτερη δυστυχώς της κρισιμότητας των περιστάσεων.

Καταφεύγοντας σε ανεκδιήγητες προφάσεις και ανιστόρητες υπεκφυγές, οι υπεύθυνοι εκείνης της τραγωδίας αλλά και της μοιραίας πολιτικής διαχείρισης που προηγήθηκε, αρνήθηκαν να προβούν σε μια απλή, αυτονόητη και συνάμα γενναία πράξη αυτοκριτικής και αυτογνωσίας. Την ίδια ώρα που ορισμένοι κύκλοι επιχειρούσαν μια ανίερη μετάθεση ευθυνών μέσα από την επιστράτευση διαβολών, ψιθύρων και ενορχηστρωμένων δημοσιευμάτων, με απώτερο στόχο να πληγεί η μνήμη των νεκρών. Εκείνων που με απαράμιλλη αυτοθυσία έδωσαν τη ζωή τους για να προστατεύσουν το δημόσιο συμφέρον. Εκείνων που κλήθηκαν να υπερασπίσουν μια προδομένη υπόθεση και να σηκώσουν στους ώμους τους ευθύνες πολιτικές και ανεπάρκειες διοικητικές που δεν τους αναλογούσαν. Λησμόνησαν φαίνεται οι κρατούντες την προτροπή του Αριστοτέλη ο οποίος έλεγε «Με τους νεκρούς δε θυμώνουμε γιατί αυτοί έπαθαν το μεγαλύτερο κακό».