mtcw


Τα Αρχαία Μνημεία – Εκκλησίες Αγίων Ηλιόφωτων, Αγίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος και Αγίου Κασσιανού επισκέφθηκε σήμερα ο Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων κ. Γιάννης Καρούσος, συνοδευόμενος από τη Διευθύντρια Δρ. Μαρίνα Σολομίδου - Ιερωνυμίδου και Λειτουργούς του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Κατά τις επισκέψεις του, ο κ. Καρούσος είχε την ευκαιρία να επιθεωρήσει τις εργασίες που είτε ολοκληρώθηκαν είτε βρίσκονται υπό εξέλιξη και στοχεύουν στην ανάδειξη της πολιτισμικής αξίας των εκκλησιαστικών μας μνημείων.

Όπως υπογράμμισε ο κ. Καρούσος, «οφείλουμε να προστατεύουμε και να αναδεικνύουμε τα εκκλησιαστικά μας μνημεία ως αναπόσπαστο μέρος του πολιτισμού και της Ιστορίας μας. Η προστασία και η διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομίας αποτελεί χρέος προς τις επόμενες γενιές και τη διαφύλαξη της θρησκευτικότητας ως χαρακτηριστικό του Ελληνισμού».

Η Εκκλησία χρονολογείται από τον 18ο αιώνα και βρίσκεται στο εγκαταλελειμμένο τουρκοκυπριακό χωριό Άγιοι Ηλιόφωτοι της Επαρχίας Λευκωσίας. Ο Ναός ανεγέρθηκε μπροστά από τάφο, ο οποίος σήμερα αποτελεί μέρος του δυτικού τμήματός του. Ο τάφος πιστεύεται ότι ανήκει στους Αλαμάνους μοναχούς που έζησαν στην περιοχή κατά τον 7ο αιώνα και ήταν γνωστοί ως Άγιοι Ηλιόφωτοι. Το 2003, η Εκκλησία κηρύχτηκε ως Αρχαίο Μνημείο Β’ Πίνακα. Το 2020, ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης της στέγης του Ναού με τοποθέτηση βυζαντινών κεραμιδιών και του αρχονταρικιού (πάτωμα, τοιχοποιίες, κοκ). Το συνολικό κόστος για τις εργασίες ανήλθε στις €33.022,91.

Η αρχική φάση της Εκκλησίας χρονολογείται στον 12ο αιώνα και κτίστηκε στα ερείπια παλαιότερης εκκλησίας του 7ου αιώνα. Η Εκκλησία σήμερα αποτελείται από πολλές μεταγενέστερες προσθήκες. Ανήκει στον τύπο τρίκλιτης καμαροσκέπαστης βασιλικής με πέντε τρούλλους και είναι η μία από τις δύο πεντάτρουλλες Εκκλησίες της Κύπρου. Στην Εκκλησία διασώζονται σημαντικές τοιχογραφίες του 12ου και 15ου αιώνα.

Στην παρούσα φάση, το Τμήμα Αρχαιοτήτων πραγματοποιεί στο Μνημείο εργασίες αποξήλωσης και αποκατάστασης της αντηρίδας στη βόρεια πλευρά της Εκκλησίας, αποξήλωσης και τοποθέτησης νέου βοτσαλωτού δαπέδου περιμετρικά της Εκκλησίας, εργασίες διαχείρισης της ανοδικής υγρασίας και διοχέτευσης των όμβριων και επιμέρους εργασίες στο πάτωμα του Ιερού.

Το Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων έχει εγκρίνει την κάλυψη ποσού ύψους €65.000 που αναλογεί στην Εκκλησιαστική Επιτροπή.

Επιπρόσθετα, την περίοδο 2021-2022, το Τμήμα Αρχαιοτήτων ολοκλήρωσε τις εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης του μικρού μονόχωρου παρεκκλησίου του Αγίου Αντωνίου που βρίσκεται επίσης στην Κοινότητα Περιστερώνας. Στο μνημείο έχουν γίνει ολοκληρωτικές εργασίες συντήρησης/αποκατάστασης εσωτερικά, εξωτερικά, καθώς και διαμόρφωσης του προαύλιου χώρου. Λόγω σοβαρών στατικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε το Μνημείο, το Τμήμα Αρχαιοτήτων προχώρησε σε αποξήλωση και πλήρη αποκατάσταση της στέγης. Το συνολικό κόστος για την ολοκλήρωση του έργου ανήλθε στις €112.290 και επιχορηγήθηκε πλήρως από το Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων.

Ο δίκλιτος ναός του Αγίου Κασσιανού οικοδομήθηκε πάνω στα ερείπια παλαιότερου λατινικού ναού. Το βόρειο κλίτος ανεγέρθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα, όπως μαρτυρούν τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του, ενώ το νότιο κλίτος προστέθηκε τον 19ο αιώνα. Το εικονοστάσι του ναού χρονολογείται με επιγραφή στα 1870 και στην Εκκλησία ανήκουν αρκετές σημαντικές εικόνες του 13ου, του 15ου και του 16ου αιώνα, οι πλείστες από τις οποίες φυλάσσονται σήμερα στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Μακάριος Γ’. Στην Εκκλησία ανήκει και το αργυροκόσμητο κράνος που σύμφωνα με την παράδοση ανήκε στον Άγιο Κασσιανό. Η Εκκλησία βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα της εντός των τειχών Λευκωσίας και έχει κηρυχθεί ως Αρχαίο Μνημείο Β’ Πίνακα το 1971. Σήμερα η περιοχή είναι ακριτική και τα βοηθητικά οικήματα της Εκκλησίας στα δυτικά γειτνιάζουν με την Πράσινη Γραμμή.

Το καλοκαίρι του 2022, το Τμήμα Αρχαιοτήτων πραγματοποίησε εργασίες αναβάθμισης της ηλεκτρολογικής εγκατάστασης του Ναού, εγκατάστασης κλιματιστικών και εξωραϊσμού και φωτισμού του προαύλιου χώρου. Το συνολικό κόστος για τις εργασίες, ύψους €30.062, εγκρίθηκε από το Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων και καλύφθηκε από κονδύλι του Τμήματος Αρχαιοτήτων.