mtcw


Είναι ιδιαίτερη η χαρά μου, γιατί μου δίνεται σήμερα η ευκαιρία να μιλήσω στην εκδήλωση του Ομίλου Γυναικών περιοχής Κυθρέας «Χυτρίων Γη» με θέμα «Μητέρα της Κύπρου- εκτοπισμένη Μητέρα». Θα ήθελα με την ευκαιρία αυτή να σας συγχαρώ για τις προσπάθειες σας να κρατήσετε ζωντανή την παράδοση και την ανεκτίμητη πολιτιστική κληρονομιά και ιστορία των περιοχών της καταγωγής σας. Με το έργο σας προσφέρετε στη διάσωση της συλλογικής μνήμης και στη διατήρηση και ανάπτυξη του πολιτισμού μας.

Ο λαός μας πέρασε το καλοκαίρι του 1974 τη μεγαλύτερη δοκιμασία της νεότερης ιστορίας του. Η στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας και η κατοχή εδάφους, η εκδίωξη του γηγενούς πληθυσμού, ο βίαιος εδαφικός και πληθυσμιακός διαχωρισμός, οι εν ψυχρώ δολοφονίες, οι εξαφανισμοί, οι βιασμοί, οι λεηλασίες, ζωγράφιζαν παντού το σκηνικό της καταστροφής και της ερήμωσης. Ένας πολιτισμός χιλιετηρίδων εξαφανιζόταν. Ο πόνος, η οδύνη του ξεριζωμού, των αγνοουμένων, του θανάτου που σκόρπισε η πύρινη λαίλαπα του εισβολέα, τραυμάτισαν έναν ολόκληρο λαό και το τραύμα δεν έχει ακόμη επουλωθεί. Η Κύπρος μετατράπηκε σε έναν απέραντο προσφυγικό καταυλισμό. Παντού αντίσκηνα και το μαύρο του πένθους κάλυπτε κορμιά και ψυχές.

Όλος ο λαός μας επηρεάστηκε από το μεγάλο κακό που βρήκε τον τόπο μας. Όμως, σίγουρα αυτοί που ξεσπιτώθηκαν, που ξεριζώθηκαν από τον κοινωνικό, πολιτιστικό και οικονομικό ιστό των πόλεων και κοινοτήτων τους, που έχασαν τη συνοχή της ιστορικής τους παρουσίας στη γη των προγόνων τους, οι πρόσφυγες, οι εκτοπισμένοι ήταν αυτοί που περισσότερο πλήγηκαν από τις συνέπειες της εισβολής και της κατοχής. Ένας στους τρεις Ελληνοκύπριους ξεριζώθηκαν, χιλιάδες οικογένειες έχασαν δικούς τους στις μάχες ή στις μαζικές εκτελέσεις και τους βομβαρδισμούς. Πολλές εκατοντάδες συνελήφθηκαν αιχμάλωτοι, ενώ άλλοι εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν ίχνη πίσω τους.

Οι εκτοπισθέντες του 1974 περιλάμβαναν όλες τις κατηγορίες του πληθυσμού. Κανένας δεν χαρίστηκε από τον Αττίλα. Μέσα σε σχεδόν μια νύκτα 200 χιλιάδες συμπατριώτες μας ξεριζώθηκαν, έμειναν άστεγοι, άνεργοι και με ανάγκες πιεστικές για διατροφή, φροντίδα, περίθαλψη, εκπαίδευση, κοινωνική πρόνοια. Ο ξεριζωμός έφερε αποπροσανατολισμό, ψυχική αναστάτωση αλλά και θυμό και πολλή πίκρα για την προδοσία που έφερε το πραξικόπημα και η ανατροπή της νόμιμης Κυβέρνησης του τόπου.

Όμως μέσα από τον πόνο, την οδύνη και την απόγνωση, μέσα από το πένθος που χτύπησε σχεδόν την κάθε πόρτα, αναδύθηκε μια δύναμη και μια αντοχή που συγκράτησε την κατάρρευση, απέτρεψε την ολική καταστροφή. Τούτη η δύναμη και αντοχή αναδύθηκε από το σύνολο του λαού που ανασκουμπώθηκε για να αντιμετωπίσει το μεγάλο πλήγμα και την ανείπωτη τραγωδία. Κύριος, όμως, πρωταγωνιστής αυτής της υπεράνθρωπης προσπάθειας που κατόρθωσε να κρατήσει άρρηκτο τον συνεκτικό ιστό της οικογένειας και της κοινωνίας, ήταν η Κύπρια μάνα, η εκτοπισμένη μάνα, την οποία τιμούμε και μπροστά στην οποία υποκλινόμαστε.

Χιλιάδες ήταν οι Κύπριες μάνες που θρήνησαν στην εισβολή τον χαμό του άντρα τους και ανέλαβαν μόνες χωρίς στήριγμα να αναθρέψουν τα παιδιά τους. Χιλιάδες έχασαν τα βλαστάρια τους, αδέλφια, γονιούς και άλλους συγγενείς στις μάχες ή στις μαζικές δολοφονίες και κράτησαν τη δάδα άσβεστη της καρτερίας και της πίστης για την ανεύρεση των αγνοουμένων συγγενών τους. Παρά το βαρύ φορτίο και τον σταυρό που σήκωσαν, ως συνεκτικός πυρήνας της οικογένειας, βρήκαν το σθένος και δεν λύγισαν. Επιβίωσαν και άρχισαν να δημιουργούν μαζί με τον υπόλοιπο λαό μέσα από την στάχτη και την καταστροφή. Δούλεψαν μαζί με τους άντρες με πείσμα τη γη που τους δόθηκε, εργάστηκαν σκληρά για να κρατήσουν όρθια και ενωμένη την οικογένεια τους. Γυναίκες που ποτέ δεν εργάστηκαν έξω από το σπίτι και τα χωράφια, βγήκαν στην εργασία για να συνεισφέρουν μαζί με τους άντρες στην οικονομική δραστηριότητα. Έτσι επιτελέστηκε συλλογικά από άντρες και γυναίκες πολίτες της Δημοκρατίας το οικονομικό θαύμα που έσωσε τον τόπο από τον σίγουρο αφανισμό και την κατάρρευση.

Ως αποτέλεσμα της κατοχής το 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας καταλήφθηκε και κατέχεται από τα τουρκικά στρατεύματα. Από τους 634 οικισμούς που καταγράφηκαν στην απογραφή πληθυσμού του 1960 οι 204, δηλαδή ποσοστό 32,2%, βρίσκονται σήμερα κάτω από τουρκική στρατιωτική κατοχή. Οι οικισμοί αυτοί ανήκουν διοικητικά στις επαρχίες της Κερύνειας, της Αμμοχώστου, της Λευκωσίας και της Λάρνακας. Οι κάτοικοι αυτών των κοινοτήτων, ολόκληρες οικογένειες, διασκορπίστηκαν από το ένα στο άλλο άκρο του νησιού αφήνοντας μετέωρες τις συλλογικές μνήμες. Δυστυχώς πολλοί πρόσφυγες έφυγαν από τη ζωή τα τελευταία 37 χρόνια με τον αγιάτρευτο πόνο του αγνοούμενου παιδιού που δεν γύρισε, της επιστροφής που δεν πραγματοποιήθηκε, της νοσταλγίας που τους έκαιγε τα σωθικά.

Τεράστια προσπάθεια καταβλήθηκε και συνεχώς καταβάλλεται για να μείνει άσβεστη η φλόγα της επιστροφής, για να μείνει άσβεστο το φως της ελπίδας. Παρόλο ότι οι πληγές δεν έχουν ακόμη επουλωθεί, παρόλο ότι οι γυναίκες, οι μάνες και άλλοι συγγενείς των αγνοουμένων ακόμη περιμένουν καρτερικά με την ξεθωριασμένη φωτογραφία στο χέρι, ο αγώνας για επιβίωση κατανικά την απόγνωση και κτίζει δημιουργικά το παρόν και το μέλλον, διατηρώντας με πείσμα τις μνήμες και τις παραδόσεις μέχρι την ευλογημένη ημέρα της επιστροφής.

Η Κύπριες γυναίκες μπορεί να είναι υπερήφανες γιατί μέσα από μια τιτάνια προσπάθεια των ιδίων αλλά και όλου του κυπριακού λαού κατάφεραν να διατηρήσουν ζωντανή την ελπίδα και τις μνήμες των κατεχομένων, κατάφεραν να μεταλαμπαδεύσουν στα παιδιά τους την αγάπη για τις πατρογονικές τους εστίες, μπόρεσαν να ανοικοδομήσουν την πατρίδα μας. Οι γυναίκες πρωτοστάτησαν στους αγώνες για να κρατηθεί η μνήμη άσβεστη. Στις κινητοποιήσεις για επιστροφή, στους αγώνες για διαφώτιση στο εξωτερικό. Μέσα από οργανωμένα σύνολα έδωσαν το «παρών» τους δυναμικά με στόχο την επανένωση και την επιστροφή. Έδωσαν το «παρών» τους για επαναπροσέγγιση με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, που είναι και εκείνοι θύματα της ίδιας κατοχικής δύναμης.

Η κωμόπολη της Κυθρέας, με ρίζες που φθάνουν βαθειά στους προϊστορικούς χρόνους και φημισμένη μετά το 1200 π.Χ ως Χύτροι, ένα από τα βασίλεια κράτη στην Κύπρο, που άκμασε και μεγαλούργησε για αιώνες, περιμένει καρτερικά τους εκτοπισμένους κατοίκους της, αλλά και όλους όσοι την αγάπησαν και μαγεύτηκαν με τις ομορφιές της και την πλούσια ιστορική της παράδοση. Ήχοι διατηρούνται μέσα στο χρόνο από τις λατρείες του Απόλλωνα, της Αρτέμιδος και της Πάφιας Αφροδίτης. Ο Κεφαλόβρυσος, η νερομάνα της Μεσαορίας και οι δεκάδες νερόμυλοι της Κυθραίας στέρεψαν και μένουν απροστάτευτοι στη φθορά του χρόνου και της εγκατάλειψης. Οι Εκκλησίες της Αγίας Μαρίνας, του Αγίου Ανδρονίκου, της Παναγίας Χαρδακιώτισσας, της Αγίας Άννας, του Τιμίου Σταυρού και άλλες που σημάδεψαν με τιμή και δόξα τη Χριστιανική μας παράδοση, μένουν βουβές, χωρίς καμπαναριά και χριστιανικά σύμβολα, βεβηλωμένες και λεηλατημένες.

Θα ήθελα να κλείσω αυτές τις σκέψεις μου με ένα μήνυμα αγώνα που βγαίνει μέσα από την ίδια την μακραίωνη ιστορία μας. Ένα μήνυμα αντοχής και δικαίωσης. Αποτελεί καθήκον και ιστορική ευθύνη όλων μας να επανενώσουμε την πατρίδα και τον λαό μας, να διασφαλίσουμε την εδαφική της ακεραιότητα και την κυριαρχία, ανατρέποντας τα τετελεσμένα που δημιούργησε στον τόπο μας, για πρώτη φορά σε όλη την μακραίωνη ιστορία της, η τουρκική εισβολή και κατοχή.

Η λύση του Κυπριακού, που θα πρέπει να οδηγήσει στην αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και εποίκων και την αποκατάσταση και κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασικών ελευθεριών όλων των Κυπρίων, αποτελεί χρέος όλων μας, εκτοπισμένων και μη, προς την ιστορία και τους προγόνους μας.

Η λύση που ειλικρινά επιδιώκουμε είναι μια λύση στη βάση ενός κράτους με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια, στο πλαίσιο μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα όπως καθορίζεται από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μια λύση βιώσιμη και λειτουργική που να έχει τα εχέγγυα ότι θα αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου. Που δεν θα την καθιστά όμηρο η κηδεμονία της Τουρκίας. Μια λύση δημοκρατική, μια λύση που να στηρίζεται στο Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Μια λύση προς όφελος όλων των Κυπρίων, που θα εξασφαλίζει την ευημερία και την πρόοδο ολόκληρου του λαού μας.

Δυστυχώς, η μέχρι σήμερα άτεγκτη τουρκική στάση και η εμμονή σε συνομοσπονδιακές και διαιρετικές τοποθετήσεις και προτάσεις δεν επιτρέπουν οποιαδήποτε ουσιαστική πρόοδο. Παρ’ ολ’ αυτά, όμως, εμείς δεν πρόκειται επ’ ουδενί λόγο να εγκαταλείψουμε τις προσπάθειες. Γιατί εγκατάλειψη των προσπαθειών μας θα σήμαινε την οριστική πλέον παραδοχή της διχοτόμησης της πατρίδας μας. Και κανένας από μας δεν έχει αυτό το δικαίωμα. Ούτε απέναντι στην ιστορία μας, ούτε απέναντι σε αυτούς που θυσιάστηκαν, αλλά ούτε απέναντι στα παιδιά μας και στις μελλοντικές γενιές των Κυπρίων.

Με επίγνωση των τραγικών συνεπειών της τουρκικής εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής, δεν έχουμε άλλη επιλογή από του να συνεχίσουμε τον αγώνα μας ενωμένοι, να στηρίζουμε τις προσπάθειες του Προέδρου της Δημοκρατίας Δημήτρη Χριστόφια και με αυτό τον τρόπο να ενισχύουμε τη διαπραγματευτική ισχύ της πλευράς μας. Η ενότητα και ομοψυχία του λαού μάς επιβάλλεται όσο ποτέ άλλοτε. Αποτελεί εθνική επιταγή και χρέος όλων μας. Τούτο το μήνυμα για ενότητα και ομοψυχία μάς στέλνουν οι κατεχόμενες μας περιοχές, τούτο το μήνυμα μάς στέλνουν οι ήρωες και οι αγνοούμενοι μας. Τούτο αποτελεί την ιστορική παρακαταθήκη των προγόνων μας. Ο διχασμός έφερνε πάντα την καταστροφή. Τουναντίον, ενωμένοι πάντα μεγαλουργούσαμε. Αυτός είναι ο δρόμος, αυτόν επιβάλλεται να ακολουθήσουμε. Ας προχωρήσουμε με υπευθυνότητα, ωριμότητα και πρώτιστα καθήκον για την επιβίωση και σωτηρία του τόπου μας.

Κλείνω παραφράζοντας τους στίχους του μεγάλου Έλληνα ποιητή Γιάννη Ρίτσου, Ρωμιοσύνη, που πιστεύω μας εκφράζουν όλους:

«Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό

αυτές οι πέτρες της Κυθρέας δε βολεύονται κάτω απ’ τα ξένα βήματα,

αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,

αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο….

Κρατάμε της καμπάνας το σκοινί προσμένοντας να σημάνει η Ανάσταση.»